Ο γέροντας ζητάει παράταση
Ο ερωτευμένος γέροντας
γελοίος στους άλλους, αλλά ευτυχισμένος,
κρατάει στα δάχτυλα
αφή νεότητας
και ονειρεύεται άλλη μία ζωή.
Ο ερωτευμένος γέροντας
ευσυγκίνητος βουρκώνει
με το τίποτα:
το αγκαθωτό τρίχωμα
στην μικρή μασχάλη.
Ο ερωτευμένος γέροντας
δεν είναι πια γέρος – αλλά γερός.
Νιώθει να φουσκώνει το στήθος του,
σαν αερόστατο ανεβαίνει,
βλέπει την ζωή του από ψηλά: λίγη.
Απαιτεί χρόνο.
Ο ερωτευμένος γέροντας
ζητάει από τον διαιτητή
να κρατήσει καθυστέρηση.
Να του δώσει ευκαιρία
για παράταση.
Και ίσως τότε κερδίσει στα πέναλτι.
Όμορφο
ΑπάντησηΔιαγραφή