Πέμπτη 31 Μαΐου 2007

Ημέρα κατά του Καπνίσματος σήμερα


Αν ακούσατε στα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις σήμερα είναι μέρα κατά του καπνίσματος. Τώρα θα μου πείτε στην χώρα των θεριακλήδων ποια η έννοια του γιορτασμού, όταν η χώρα έχει μεταβληθεί σε απέραντο καπνιστήριο.
Όταν κανείς και πουθενά δεν σέβεται τα δικαιώματα των μή Καπνιστών (η κούνια που μας κούναγε παθητικοί καπνιστές είμαστε όλοι).
Όταν οι αποφάσεις, τα διατάγματα, οι νόμοι για την απαγόρευση του καπνίσματος έχουν βγει για να ξεγελάσουμε τους κουτόφραγκους να μη μας παρακολλάνε.
Όταν τα νοσοκομεία μας είναι, όπως προφυέστατα τα σχεδίασε πριν λίγα χρόνια ο καλός συνάδελφος και φίλος Π. Τσαπόγας , απέραντα στακτοδοχεία.
Όταν οι βουλευτές μας καπνίζουν αρειμανίως από τηλεοράσεως ( λεγε με Γαριφαλιά Κανέλλη), ενώ γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο αν δεν είναι απαγορευμένο είναι ανοίκειο και δεν συμβαίνει πουθενά της γης.
Όταν συνάδελφοι γιατροί ενημερώνουν τους αρρώστους τους για τις βλαβερές συνέπειες με το τσιγάρο ή την πίπα στο στόμα.
Όταν ο καπνός πωλείται ελεύθερα στους ανηλίκους
Όταν οι μη καπνιστές γίνονται αντικείμενα λοιδορίας, εάν ζητήσουν από τους καπνιστές να σταματήσουν το κάπνισμα σε απαγορευμένους χώρους
Όταν το άναμμα του τσιγάρου σε οποιοδήποτε χώρο θεωρείται γνώρισμα ελευθερόφρονος ατόμου.
Πέστε μου δεν είναι ειρωνεία ή εμπαιγμός μετά από αυτά, ως λαός και κράτος να χαρακτηρίζουμε την ημέρα αυτή ημέρα κατά του καπνισματος

Μια γελοιογραφία, χίλιες λέξεις




Οι λέξεις είναι φτωχές για την περιγραφή του άθλιου περιβάλλοντος που ζούμε. Ελπίζω η πολύ έξυπνη σάτιρα της γελοιογραφίας του Α. Πετρουλάκη να μας κάνει να ξεχάσουμε τον αρχιεπίσκοπο, τα ομόλογα, τις εκατέρωθεν κατηγορίες για επηρεασμό της δικαιοσύνης (προεκλογική περίοδος βλέπετε) κλπ και ας θυμόμαστε ότι τα αίτια της ιστορίας είναι οικονομικά ή ότι η οικονομία (και όχι η βία) είναι μαμή της ιστορίας

Τετάρτη 30 Μαΐου 2007

Και τώρα λίγοι στίχοι


H ποίηση καθώς λένε πολλοί όπως και η μουσική εξημερώνει ήθη και ανθρώπους. Σε τούτη την εποχή της ευτέλειας των πάντων μας χρειάζεται κάτι τονωτικό. Νομίζω ότι οι στίχοι του Μ Αναγνωστάκη βοηθούν προς αυτό το σκοπό





Νέοι της Σιδώνος


Kανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο
Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα,
Kορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια
Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.
Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας
Tόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα,
Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ' άλλην Ήπειρο
Για ήρωες που σκοτωθήκαν σ' άλλα χρόνια,
Για επαναστάτες Mαύρους, Πράσινους, Kιτρινωπούς,
Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Aνθρώπου.
Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή
Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας
Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό- κατόπιν τούτου
Nομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω
Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε,
Kαι να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.

(Mας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;)


Τρίτη 29 Μαΐου 2007

Δηλώσεις του αρχιεπισκόπου

Χθες ο μακαριότατος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κατά την διάρκεια του κηρύγματος έκανε πάλι επίθεση κατά συγκεκριμένου πολιτικού χώρου(συνασπισμός). Διάβασα μια πολύ ωραία ανακοίνωση στο ιστολόγιο του Σκορπιού από όπου και σύνδεσμος http://greekscorpio.wordpress.com/2007/05/29/64/
Πιστεύω ότι ο μακαριότατος πρέπει να περιοριστεί στα αυστηρά θρησκευτικά του καθήκοντα και να αφήσει τα πολιτικά στους πολιτικούς

Παρασκευή 25 Μαΐου 2007

Αλλαγή μοτίβου σε Καβάφη


Νομίζω ότι ο greekscorpio στο χθεσινό σχόλιο του είχε δίκιο για την εμμονή μου στην ποίηση του Βάρναλη. Έτσι λοιπόν αποφάσισα να αλλάξω μοτίβο. Προτίμησα Καβάφη και μάλιστα, όχι ένα από τα πιο εύκολα και γνωστά του ποιήματα. Γράφτηκε το 1926.Ελπίζω να σας αρέσει και να μην κατηγορηθώ για πορνόφιλο ή φιλομοφυλική τάση από τυχόν σεμνότυφους φίλους





Μέσα στα καπηλειά

Μέσα στα καπηλειά και τα χαμαιτυπεία
της Βηρυτού κυλιέμαι. Δεν ήθελα να μένω
στην Αλεξάνδρεια εγώ. Μ' άφισεν ο Ταμίδης·
κ' επήγε με του Επάρχου τον υιό για ν' αποκτήσει
μια έπαυλι στον Νείλο, ένα μέγαρον στην πόλιν.
Δεν έκανε να μένω στην Αλεξάνδρεια εγώ.-
Μέσα στα καπηλειά και τα χαμαιτυπεία
της Βηρυτού κυλιέμαι. Μες σ' ευτελή κραιπάλη
διάγω ποταπώς. Το μόνο που με σώζει
σαν εμορφιά διαρκής, σαν άρωμα που επάνω
στην σάρκα μου έχει μείνει, είναι που είχα δυο χρόνια
δικό μου τον Ταμίδη, τον πιο εξαίσιο νέο,
δικό μου όχι για σπίτι ή για έπαυλι στον Νείλο.

Πέμπτη 24 Μαΐου 2007

Ο Ράσσελ

Επέτειος της γέννησης του Μπέρτραντ Ράσελ η 18 Μαΐου 1872. Με ευκαιρία Ο Ιστολόγος Φραγκόπουλος ανάρτησε ανακοίνωση από όπου και ο σύνδεσμος

sfrang

Και τώρα ώρα ποιήση

Τώρα που τελείωσαν τα ποδοσφαιρικά πανηγύρια και έπαψε να ρέει άφθονη η μπύρα και να πετιούνται προς ανακύκλωση τα αλουμινένια ντενεκεδάκια(άκουσον-άκουσον μάζεψαν 90 τόννους από το Σύνταγμα σε δυο μέρες) ας θυμηθούμε την ποίηση και ας χαρούμε το άκρως λυρικό και ερωτικό Τσιγγάνικο του Κ.Βάρναλη

Βάρα γερά τον νταγερέ, πιωμένε μου λεβέντη!
Κορδέλλα κόκκινη κρεμώ στον άγριο εσέ ζουρνά σου!
Φλουρί κολλώ στο στήθος σου, ξυπόλυτη χορεύτρα!
στρογγυλοπαίζει σου η κοιλιά κι ο κόρφος σου πετάει
τα μπρούνζινα γιορτάνια σου και τα χοντροβραχιόλια.
Παίζει το μαύρο μάτι σου, μαργιόλικο, μεγάλο,
και φέρνει ο λάγνο σου χορός την πεθυμιά της νύχτας!..
Kρασί ας μη παύσουν τ' άταχτα μουστάκια μας να στάζουν!.
Ε συ, πατέρα! Η κόρη σου 'πόψε το παραμύθι
θα μου είπει το τσιγγάνικο πα' στο προσκεφαλό μου!

Τετάρτη 23 Μαΐου 2007

Κώστα Βάρναλη

«ΕΘΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ»

Γανιάσατε, δασκάλοι, να ξεμάθω
να 'μαι εγώ, να στοχάζομαι, να θέλω -
ψέματα όλο ν' ακούω, να λέω, να πράττω,
για ψέματα να ζω και να πεθαίνω.

Δεν μπόρεσε η σπουδή να με χαλάσει.
Αντέξανε σαρκίο, ψυχή και γνώση
μα κάθε τόσο θάνατος να ξέρεις
ότ' είσαι πάντα πουλημένο κρέας

Κυριακή 20 Μαΐου 2007

Χοροί των δερβίσηδων στην Αθήνα


Πρόσφατες αναρτήσεις του Νίκου Δήμου έφεραν στην δημοσιότητα την ποίηση του μυστικι
στή ποιητή Τζαλαλουντίν Ρούμι (δεν ξέρω αν είναι Ρούμι ή Ρουμί) και τους "λατρευτικούς" χορούς των δερβίσηδων, και να που σε λίγες μέρες θα δούμε παρόμοιο θέαμα και στη Αθήνα όπως αναφέρεται στο σημερινό Βήμα από όπου το παρακάτω κείμενο στο οποίο δίδονται χρηστικές πληροφορίες

Η παράσταση Τζελαλουντίν Ρούμι «In the Blink of the Eye», «Η έκσταση της Ανατολής ­ Μια τελετουργία μέσα από τη ματιά του Ρόμπερτ Γουίλσον» θα παρουσιαστεί από τις 28 ως τις 31 Μαΐου στο θέατρο Παλλάς, στις 21.00, από την Αττική Πολιτιστική Εταιρεία και την Ελληνική Θεαμάτων. Σύλληψη, σχεδιασμός, σκηνοθεσία: Robert Wilson. Μουσική: Kudsi Erguner. Βασισμένο σε πρωτότυπη ιδέα των Robert Wilson και Kudsi Erguner. Σχεδιασμός φωτισμού: Α.J. Weissbard. Συνεργάτης σκηνικού και οπτικού σχεδιασμού: Serge von Arx. Βοηθός σκηνοθέτη και διευθυντής σκηνής: Sue Jane Stoker. Κοστούμια: Yashi Tabassomi. Ηχητικός σχεδιασμός: Peter Cerone. Συμμετέχει μουσικό σύνολο υπό τη διεύθυνση του Kudsi Erguner: Ali Shaigan, Hakan Gungor, Alper Uzluk, Buse Sever, Pierre Rigopoulos, Kudsi Erguner και χορευτές από την Κωνσταντινούπολη.

Προπώληση εισιτηρίων: ταμείο θεάτρου Χορν, Αμερικής 10, τηλ. 210 3612.500, ταμείο θεάτρου Παλλάς, Βουκουρεστίου 5, τηλ. 210 3213.100: Δευτέρα ως Σάββατο, ώρες 10.00-20.00 και Κυριακή 12.00-20.00. Τις ημέρες των παραστάσεων το ταμείο του θεάτρου θα μένει ανοικτό ως τις 21.00. Κρατήσεις μέσω Internet: www. ticketshop.gr. Αγορά με πιστωτικές κάρτες Master και Visa: 2111086050. Στο Fnac, στο Εμπορικό Κέντρο The Mall Αμαρουσίου

Παρασκευή 18 Μαΐου 2007

Αποχαρετισμοί


Πολύ έξυπνος ο αποχαιρετισμός της κ Βιλπέν (Βήμα 18-5-2007)
Αντίο σε τέσσερις γλώσσες

Γιάννης Η. Χάρης: Εθνική παλιγγενεσία και εθνική μυθολογία

Γιάννης Η. Χάρης: Εθνική παλιγγενεσία και εθνική μυθολογία

Πέμπτη 17 Μαΐου 2007

Ο Κεμάλ

Είχα διάθεση να γράψω κάτι, όχι για μένα,κάτι πανανθρώπινο αλλά δυστυχώς τα λόγια είναι δύσκολα, δεν ξέρω πώς μου ήρθαν στο μυαλό οι παρακάτω στίχοι του Ν. Γκάτσου που τόσο όμορφα έδεσαν με τη μουσική του Χατζηδάκι


Στης ανατολής τα μέρη μια φορά κι έναν καιρό

ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό

Στη Μοσούλη, στη Βασόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά

πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά

Μα ένας νέος από σόι και γενιά βασιλική

κρυφακούει το μοιρολόι και τραβάει κατά κει

Τον κοιτάν οι βεδουίνοι με ματιά λυπητερή

κι όρκο στο Αλλάχ τούς δίνει πως θ’ αλλάξουν οι καιροί


Σαν ακούσαν οι αρχόντοι του παιδιού την αφοβιά

ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά

Απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη κι απ’ τη γη στον ουρανό

κυνηγάν τον αποστάτη, να τον πιάσουν ζωντανό

Πέφτουν πάνω του τα στίφη σαν ακράτητα σκυλιά

και τον πάνε στο Χαλίφη να τού βάλει τη θηλιά

Μαύρο μέλι, μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί

πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή


Με δυο γέρικες καμήλες κι ένα κόκκινο φαρί

στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί

Πάνε τώρα χέρι-χέρι κι είναι γύρω συννεφιά

μα της Δαμασκού τ’ αστέρι τούς κρατούσε συντροφιά

Σ’ ένα μήνα, σ’ ένα χρόνο βλέπουν μπρος τους τον Αλλάχ

που απ’ τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ

Νικημένο μου αστέρι, δεν αλλάζουν οι καιροί

με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί



N. Γκάτσος

Διάλεξη του Μάνου Χατζηδάκι για το Λαϊκό Τραγούδι


Η διάλεξη δόθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1949, στο Θέατρο Τέχνης. Βρέθηκε από τον Θάνο Φωσκαρίνη στο αρχείο του Φοίβου Ανωγειανάκη και της Έλλης Νικολαίδου. Παρουσιάζεται ολόκληρη και τη βρήκα μετά από παραίνεση του Φίλου και συνργάτου Θοδωρή Πέππα στο http://www.manoshadjidakis.gr/works/ergo3.asp?WorkID=208


EΡΜΗΝEΙΑ ΚΑΙ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ (PEΜΠΕΤIKΟ)

Θα ήθελα προκαταβολικά να σας πληροφορήσω, πως μ’ όλη μου την καλή διάθεση, δεν είμαι σε θέση να πω, ούτε καινούργια πράγματα, ούτε κι όσα μιλήσω απόψε να τα δώσω με σοφία. Θα προσπαθήσω όμως κι όσο μπορώ πιο καλά, να σας μεταδώσω αυτό που με κάνει να ζω και να βλέπω την αξία του μέχρι σήμερα περιφερόμενου λαϊκού σκοπού της πόλης.
Τώρα αν τούτη η πανηγυριώτικη ομιλία για το ρεμπέτικο, γινόταν πριν δυο χρόνια, ίσως να ΄χε κάπως διαφορετικό χαρακτήρα, δηλαδή να ΄ταν, πιο μεροληπτική –μπορούμε να πούμε – και συγχρόνως πιο ενθουσιαστική για το θησαυρό που κλείνουν οι ρυθμοί του ζεϊμπέκικου και του χασάπικου. Δεν θα μπορούσαμε ίσως να ξεφύγουμε από τη γοητεία του γυαλένιου ήχου ενός μπουζουκιού για να κοιτάξουμε το θέμα μας στη ρίζα του κι ακόμη να μείνουμε όσο χρειάζεται ψυχροί κι αντικειμενικοί για μια τέτοια δουλειά.
Αυτό -θα πείτε- μπορεί να γίνει σήμερα; Είναι κάτι που δεν μπορώ να προεξοφλήσω με βεβαιότητα. Όσο νά ΄ναι όμως, η μεγάλη διάδοση που πήρε τα δύο τελευταία χρόνια το ρεμπέτικο, μας αφήνει περιθώριο για μια τέτοια, επικίνδυνα πρώιμη, ομολογώ εργασία.
Το ρεμπέτικο, κι αυτό είναι γεγονός αναμφισβήτητο, έχει πια επιβάλλει τη δύναμή του, λίγο-πολύ σ΄ όλους μας, είτε θετικά, είτε αρνητικά, είτε δηλαδή γιατί το παραδεχόμαστε, είτε όχι, ενώ συγχρόνως βλέπουμε να έχει δημιουργηθεί γύρω του μια επιπόλαιη κατάσταση μόδας, που μας κάνει ν’ αντιδρούμε δικαιολογημένα σ’ αυτήν και ν’ αμφιβάλουμε για τη μελλοντική και ποιοτική εξέλιξη του είδους. (Εδώ πέρα βέβαια παίρνω σαν δεδομένο την ποιοτική του αξία). Και στον τόπο μας καθώς κι έξω, όλα περνούν απ’ αυτήν την περίοδο που ονομάζουμε μόδα. Μήπως απέφυγε κάτι τέτοιο το δημοτικό μας τραγούδι πριν 50 χρόνια, σαν φούντωνε το κίνημα των δημοτικιστών; Κι ακόμη πριν δύο χρόνια, το ίδιο δεν είχε συμβεί με τις λαϊκές εικαστικές τέχνες, όπου ο Θεόφιλος και ο Παναγής Ζωγράφος προβάλλονται στο ίδιο πλάνο με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα;
Ποιος μπορεί να σταματήσει μια τέτοια κατάσταση, κι ακόμη ποιος μπορεί να μην παραδεχτεί ίσως την αναγκαιότητα αυτήν της περιόδου μόδας -ας την πούμε- ωσότου τα πράγματα κατασταλάξουν κι έλθουν στη φυσική τους θέση; Το ίδιο πρέπει -νομίζω- να περιμένουμε και με τα ρεμπέτικα. Γιατί θά ΄ναι κάπως ανόητο αν νομίσουμε, ότι ο χασάπικος μπορεί ή πάει ν΄αντικαταστήσει το ταγκό. Οι λαϊκοί τούτοι ρυθμοί έχουν κάτι πολύ, περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται για να καλυφθούν οι βραδινές μας διασκεδαστικές ώρες - άσχετα αν αυτός ο χαρακτήρας επιβάλλεται κι επικρατεί στις λαϊκές τάξεις.
Ύστερα για μας θά ΄ναι μεγάλο ψέμα αν ισχυρισθούμε ότι είναι δυνατόν να εκδηλωθούμε μ’ αυτούς τους τόσο γυμνούς κι απέριττους ρυθμούς. Κάτι τέτοιο μόνο για αυτούς, που με κρασί ή με άλλα μέσα, στέλνουν στο διάβολο - που λεν- κάθε κοινωνικό φραγμό και κάθε σύμβαση, έστω και για μια ώρα. Παρατηρώντας όμως μια ιδιότητα αυτών των ρυθμών, ήδη δημιουργείται μέσα μας ένας θαυμασμός για τη δύναμη που περιέχουν και που μας κινεί το ενδιαφέρον να γνωρίσουμε από κοντά τούτη τη δύναμη που από ΄δω και πέρα λες και σαν μαγεία μας φέρνει σ΄ άμεση επαφή με το μελωδικό της στοιχείο. Αυτά όμως όλα κουράζουν σαν δεν τα δεις έξω απ΄ την καθημερινότητά τους. Κάθε απόπειρα που θα κινήσει να φέρει το ρεμπέτικο τραγούδι σε καθημερινή χρήση, και επιπόλαια και καταδικασμένη είναι. Αλλά το ίδιο μήπως δεν συμβαίνει και με την άλλη μουσική, αυτήν που ονομάζουμε σοβαρή; Μπορεί κανείς να φανταστεί ποτές, πως μια βραδιά κεφιού του, είναι δυνατόν να την καλύψει με την Σονάτα 110 του Mπετόβεν; (Δικαιολογημένα τώρα ίσως να σας γεννηθεί απορία για τη σχέση που μπορεί να έχει το ρεμπέτικο με τον Μπετόβεν. Παρ΄ όλο που και αργότερα θα επανέλθω σε παρόμοιους παραλληλισμούς σας προειδοποιώ πως δεν υπάρχει απολύτως καμία σχέση).
Λοιπόν δεν νομίζω, πως ο σνομπισμός αυτός γύρω από το ρεμπέτικο τραγούδι είναι δυνατό να μας σταθεί εμπόδιο, για να κοιτάξουμε προσεκτικά την αξία του και ν΄αγαπήσουμε την αλήθεια και τη δύναμη που περιέχει. Αυτά τα τραγούδια είναι τόσο κοντινά σε μας και σε τέτοιο σημείο δικά μας, που δεν έχoμε νομίζω σήμερα τίποτ΄ άλλο για να ισχυριστούμε το ίδιο.
Μα πριν μπούμε σ΄ ένα αναλυτικότερο κοίταγμα του είδους αυτών των τραγουδιών, ας επιστρέψουμε για χατίρι μου σε μια κοντινή μα περασμένη πια εποχή και να δούμε μαζί εξελικτικά όλη την ποιητική ατμόσφαιρα, που συνθέτουν και δημιουργούν τα ρεμπέτικα, μέσα στην αυστηρή και δικιά τους περιοχή.

Κατοχή. Πάνω σε μια γυμνή και παγωμένη άσφαλτο με μοναδικό φωτισμό την ψυχρή όψη ενός φεγγαριού, προχωράμε μ΄ ένα φίλο. Ένας λεπτός μα διαπεραστικός ήχος μπουζουκιού καθρεφτίζεται -λες- μες στην άσφαλτο και μας ακολουθεί βήμα προς βήμα. Ο φίλος μου προσπαθεί να μου εξηγήσει τη διάθεση φυγής και την έντονη εμμονή σ΄αυτή τη διάθεση που κρατούν οι τέσσερις νότες του περιφερόμενου τότες τραγουδιού «Θα πάω εκεί στην αραπιά». Μάταια προσπαθούσε να μου μεταδώσει τη συγκίνησή του και να μου δείξει μαζί αυτό το αντίκρισμα που υπήρχε αυτής της «διάθεσης φυγής» - καθώς την ονόμαζε στην όλη δημιουργημένη ατμόσφαιρα της πολιτείας των Αθηνών. Του λόγου μου -κάπως δικαιολογημένα βλέπετε με τη μικρή μου τότες ηλικία- του έφερνα όλες μου τις αντιρρήσεις, κουβαλώντας γνωστά επιχειρήματα που ιδιαίτερα σήμερα χρησιμοποιούνται πάρα πολύ από Αθηναίους της ώριμης ηλικίας. Δηλαδή περί αγοραίου, φτηνού και χυδαίου είδους καθώς κι άλλα παρόμοια. Αυτός όμως επέμενε τονίζοντας την κάθε λέξη του σύμφωνα με το ρυθμό «Θα πάω εκεί στην αραπιά», θέλοντας ίσως να μου δώσει και μια ρυθμική επαλήθευση των όσων έλεγε πάνω στο τραγούδι.
Αργότερα ο ίδιος φίλος, στον ίδιο δρόμο, μου μιλούσε για κάτι καινούργιο. Μα τώρα ήταν καλοκαίρι και η άσφαλτος μύριζε. Το ίδιο σκοτάδι, μα η κάψα έλιωνε τις φωνές και τις έφτιαχνε μόνιμους ίσκιους στα σπίτια. Υπήρχε γύρω μας κάτι ρευστό. Μια καινούργια ρεμπέτικη κραυγή -καινούργια για μένα βέβαια- κυλούσε μ’ ένταση ανάμεσα στα στενά και βρώμικα πεζοδρόμια του Πειραιά και της Αθήνας. Ακούγαμε την πρώτη στροφή που έλεγε «Κουράστηκα για να σ΄ αποκτήσω αρχόντισσά μου μάγισσα τρανή». Κι ο φίλος μου εξηγούσε θίγοντας όλο τον ανικανοποίητο ερωτισμό που έπνιγε την ατμόσφαιρα. Ακόμα, προσπαθούσε να μου εξηγήσει το τραγικό στοιχείο του τραγουδιού που ερχόταν αντιμέτωπο σε μια εποχή που μόνο συνθήματα κυκλοφορούσαν τρέχοντας. Αργότερα πολύ, θά ΄βλεπα πόσην αλήθεια είχαν τα λόγια του, γιατί τότες ακόμη έπαιζα με τις πραγματικές αξίες ανυποψίαστος.

Περνούν μερικά χρόνια, πού η πυκνότητα της έντασης που περιείχαν τα έκαμε απέραντα. Πολλά συνέβησαν και συμβαίνουν στο μεταξύ. Έρχεται η απελευθέρωση και τινάζομε από πάνω μας τους Γερμανούς με την κατοχή τους. Παράλληλα η γενιά μου μεγαλώνει κατά πολλά χρόνια, έχοντας ξωπίσω της μια πολύ ισχυρή δοκιμασία. Και το ρεμπέτικο, αφού παίζει με πολύ και πηγαίο χιούμορ, σε ορισμένα διαλείμματα, γύρω από δραματικές περιπτώσεις μπαίνει με μεγαλύτερο άγχος μες στα βασικά και μεγάλα του θέματα: του έρωτα και της φυγής.
Ένας ανικανοποίητος έρωτας που ξεκινάει από την πιο κυνική στάση και φτάνει με μια πρωτόγονη ένταση μέχρι τα πλατειά χριστιανικά όρια της αγάπης και μια φυγή που επιβάλλεται νοσηρά -θά ΄λεγα- από αδυναμία, μια που οι συνθήκες παραμένουν το ίδιο σκληρές σα μέταλλο στον άνθρωπο που κινάει για ν΄ αγαπήσει μ’ όλη του τη δύναμη κι όσο μπορεί περισσότερο.
Αυτή παραμένει βασικά η θεματολογία του ρεμπέτικου μέχρι τα σήμερα. Κι όσο αφελείς κι αν μας φαίνονται οι καταστάσεις αυτές καθ΄ εαυτές, δεν μπορούμε να αρνηθούμε στους εαυτούς μας τουλάχιστον, πως ο νοσηρός ερωτισμός που σκορπίζεται απ΄ τους ήχους ενός μακρόσυρτου ζεϊμπέκικου, δεν κυκλοφορεί κι ανάμεσά μας έστω και με διάφορα πολύπλοκα σχήματα, έστω ακόμα κι αν ξεκινάει από χίλιες διάφορες αιτίες.
Κι ερχόμαστε σε μια από τις πιο βασικές κατηγορίες που προβάλλουν «οι υγιείς ηθικολόγοι» για το ρεμπέτικο. «Είναι αρρωστημένο» λεν μ’ αυστηρότητα, «ενώ το δημοτικό τραγούδι, γεμάτο υγεία και λεβεντιά» και κινούν το κεφάλι με σημασία, ενώ είμαι βέβαιος πως το δημοτικό μας τραγούδι τους είναι το ίδιο οχληρό όπως και το ρεμπέτικο, με τη διαφορά πως δεν τολμούν να ομολογήσουν ότι δεν τους αρέσει. Είναι σαν να βγουν και να πουν ότι δεν τους αρέσει ο Σαίξπηρ -για παράδειγμα- ή κάτι παρόμοιο. Ανέχονται το δημοτικό όχι όμως και το ρεμπέτικο. Το τελευταίο είναι κάτι που κυκλοφορεί ανάμεσά τους και μπορούν να το πετάξουν -έτσι φαντάζονται- επειδή δεν έχει κρεμαστεί ακόμη με χρυσές κορνίζες. Ίσως ξεχνάν ότι τα χρόνια μας δεν έχουν τίποτε κοινό με τα χρόνια της κλεφτουριάς, άσχετα αν οι ηρωικές πράξεις του στρατού μας τοποθετούνται δίκαια από την ιστορία πλάι στους Καραϊσκάκηδες και τους Κολοκοτρωναίους. Οι κύριοι αυτοί αγνοούν την εποχή μας καθώς και το ότι ένα λαϊκό τραγούδι καθρεφτίζει με μοναδική ένταση όχι μόνο μια τάξη ή μια κατηγορία ανθρώπων μα τις επιδράσεις μιας ολάκερης εποχής σε μια φυλή, σ΄ ένα έθνος μαζί με τις διαμορφωμένες τοπικές συνθήκες.
Η εποχή μας δεν είναι ούτε ηρωική ούτε επική και το τελείωμα του Δεύτερου παγκοσμίου πολέμου άφησε σχεδόν όλα τα προβλήματα άλυτα και μετέωρα. Τα μετέωρα αυτά προβλήματα δημιουργούν περιφερόμενα ερωτηματικά που δεν περιορίζονται φυσικά μόνο στον τομέα της πολιτικής και της κοινωνιολογίας μα εξαπλώνονται με την ίδια δύναμη και στη φιλοσοφία και την τέχνη, ακόμη και στην πιο καθημερινή στιγμή τ΄ ανθρώπου. Ο τόπος μας επιπλέον εξακολουθεί, σχεδόν δίχως διακοπή, ένα πόλεμο με επιμονή και με πίστη για την τελική νίκη, μα πάντα και ιδιαίτερα σήμερα, κοπιαστικό και οδυνηρό. Σκεφθείτε τώρα κάτω απ΄ αυτές τις αδυσώπητες συνθήκες την παρθενική ψυχικότητα του λαού μας - παρθενική, γιατί τα εκατό χρόνια μόνον ελεύθερης ζωής δεν ήσαν ικανά ούτε να την ωριμάσουν ούτε και ν΄ αφήσουν περιθώριο για να ριζωθούν τα τελευταία ευρωπαϊκά ρεύματα.
Φανταστείτε λοιπόν αυτή τη στοιβαγμένη ζωτικότητα και ωραιότητα συνάμα ενός λαού σαν του δικού μας, να ζητά διέξοδο, έκφραση, επαφή με τον έξω κόσμο και να αντιμετωπίζει όλα αυτά που αναφέραμε πιο πάνω σαν κύρια γνωρίσματα της εποχής, κι ακόμη τις ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες του τόπου μας. Η ζωτικότητα καίγεται, η ψυχικότητα αρρωσταίνει, η ωραιότητα παραμένει. Αυτό είναι το ρεμπέτικο. Κι από ΄δω πηγάζει η θεματολογία του.
Eπαναλαμβάνω - ένας ανικανοποίητος μα έντονος ερωτισμός που ακριβώς η ένταση του αυτή του προσδίδει έναν πανανθρώπινο χαρακτήρα και μια επιτακτική διάθεση φυγής από την πραγματικότητα με οιονδήποτε τεχνικόν μέσον, όπως είναι το χασίσι και τ΄ άλλα ναρκωτικά, που η χρησιμοποίησή του δείχνει την παθητικότητα της τάξης που το μεταχειρίζεται.
Καταλαβαίνετε βέβαια τώρα πως το αρρωστημένο στοιχείο του σημερινού μας λαϊκού τραγουδιού, δεν έχει σαν αιτία ένα υπερβολικό ωρίμασμα ζωής - καθώς η μεσοπολεμική ντεκαντέντσα με κέντρο τη Γαλλία -και γι ΄αυτό δεν αποτελεί κάτι το σάπιο, μα προέρχεται καθαρά από μια στοιβαγμένη ζωική δύναμη που ασφυκτιά δίχως διέξοδο, δίχως επαφή, από μιαν υπερβολική υγεία- θά λεγε κανείς. Πάντως το αποτέλεσμα και στις δύο περιπτώσεις είναι μια παρακμή. Σημαντική όμως η διαφορά ανάμεσά τους. Η μια κινά απ’ τη ζωή, η άλλη από το θάνατο.
Το να θέλει λοιπόν κανείς ν΄ αγνοήσει την πραγματικότητα και μάλιστα του τόπου του, μόνον κακό του κεφαλιού του μπορεί να κάμει. Τα χρόνια μας είναι δύσκολα και το λαϊκό μας τραγούδι, που δεν φτιάχνεται από ανθρώπους της φούγκας και του κοντραπούντο ώστε να νοιάζεται για εξυγιάνσεις και για πρόχειρα φτιασιδώματα υγείας τραγουδάει την αλήθεια και μόνον την αλήθεια.

Τώρα πολλοί μπορούν να πουν αυτά περίπου: «Καλά. Όσα είπες είναι σωστά και τα παραδεχόμαστε. Μα τι μας πείθει ότι το ρεμπέτικο είναι η σημερινή μας λαϊκή έκφραση καθώς λες και που σαν τέτοια βέβαια πρέπει να συνδέεται με την παράδοση του δημοτικού τραγουδιού και του βυζαντινού μέλους, κι όχι ένα τραγούδι μιας ορισμένης κατηγορίας ανθρώπων που εκφράζει την προσωπικήν της κατάσταση;»
Το ερώτημα τούτο ασφαλώς σε πολλούς θα γεννηθεί, αν και προηγουμένως μίλησα όσο μπορούσα σαφέστερα, για την άμεση σχέση του ρεμπέτικου με το πλατύ μάλιστα σήμερα, και του τόπου και τhς εποχής μας. Aυτόματα επίσης καταρρέει και το επιχείρημα, ότι αποτελεί έκφραση προσωπικών καταστάσεων. Μένει λοιπόν να εξετάσουμε το ελληνικόν του είδος. Αν και κατά πόσον συνδέεται με τη λαϊκή μας παράδοση και ποια είναι τα στοιχεία που αντλεί απ΄ αυτήν.
Για να προχωρήσουμε και να μπορέσουμε να δούμε μαζί ό,τι συνδετικό στοιχείο υπάρχει, θα το εξετάσουμε από δυο ξεχωριστές πλευρές, πρώτα από τη μορφική του πλευρά κι ύστερα απ΄ το ύφος του.
Το ρεμπέτικο κατορθώνει με μια θαυμαστή ενότητα, να συνδυάζει το λόγο, τη μουσική και την κίνηση. Απ΄ τη σύνθεση μέχρι την εκτέλεση, μ’ ένστικτο δημιoυργούνται οι προϋποθέσεις για τnν τριπλή αυτή εκφραστική συνύπαρξη, που ορισμένες φορές σαν φτάνει τα όρια της τελειότητας θυμίζει μορφολογικά την αρχαία τραγωδία. Ο συνθέτης της μουσικής είναι συγχρόνως και ο ποιητής καθώς και ο εκτελεστής. Βασικά του όργανα είναι τα μπουζούκια -μεγάλο μαντολίνο τουρκικής μάλλον προελεύσεως- κι ο μπαγλαμάς -παραλλαγή της κρητικής λύρας και της συγγενικής νησιώτικης, πιο μικροσκοπικής απ΄ αυτήν και κρουστές με πέννα. Η σύνθεση του τραγουδιού βασίζεται βέβαια πάνω στη χορευτική κίνηση, με τρεις χαρακτηριστικούς ρυθμούς, τον ζεϊμπέκικο, τον χασάπικο και τον σέρβικο (ο τελευταίος έχει ολιγότερη χρήση).

Ο ζεϊμπέκικος σε ρυθμό 9/8 είναι ο βασικότερος ρυθμός της ρεμπέτικης μουσικής. Προήλθε ασφαλώς απ΄ τα χορευτικά 9/8 των Κυκλάδων και του Πόντου, πού εδώ όμως έχει χάσει ολότελα τη ρυθμική του αγωγή κι έχει γίνει αργός, βαρύς, μακρόσυρτός και περιεκτικότερος. Χορεύεται από έναν μόνο χορευτή και επιδέχεται αφάνταστη ποικιλία αυτοσχεδιασμού με μόνο δεδομένο την αίσθηση του ρυθμού. Ο καλός χορευτής στο ζεϊμπέκικο θα ΄ναι εκείνος που θα διαθέτει τη μεγαλύτερη φαντασία και την κατάλληλη πλαστικότητα ώστε να μην αφήσει ούτε μια νότα μπουζουκιού που να μην τη δώσει με μια αντίστοιχη κίνηση του σώματός του. Σα χορός είναι ο δυσκoλότερoς και ο δραματικότερος σε περιεχόμενο.
Ο χασάπικος βασίζεται πάνω στο ρυθμό 4/4 κι ο τρόπος που χορεύεται -δυο χορευτές συνήθως, αλλά και τρεις και τέσσερις πολλές φορές- έρχεται σα μια προέκταση του δημοτικού χορευτικού τρόπου, με μιά κάποια ευρωπαϊκή επίδραση. Δεν ξέρω γιατί, μα πολλές φορές μου θυμίζει -πολύ μακριά όμως- τη γαλλική java.
Ο σέρβικος που κι η ονομασία του δείχνει την προέλευσή του, είναι ένας γρήγορος ρυθμός και παρουσιάζει ελάχιστο ενδιαφέρoν κι αυτό απ’ τη μεριά της δεξιοτεχνίας και μόνο των εκτελεστών και του χορευτή. Χρησιμοποιείται πάρα πολύ λίγο· παραμένει μ’ ένα ματαιόδοξο περιεχόμενo να φαντάξει, μια που ικανοποιεί μόνoν το επιδεικτικό μέρoς των ποδιών κάποιου χορευτή.
Ο ζεϊμπέκικος είναι ο πιο καθαρός, συγχρόνως ελληνικός ρυθμός. Ο δε χασάπικος έχει αφομοιώσει μιά καθαρή ελληνική ιδιομορφία. Πάνω σ΄ αυτούς τους ρυθμούς χτίζεται το ρεμπέτικο τραγούδι, του οποίου παρατηρώντας τη μελωδική γραμμή, διακρίνομε καθαρά απάνω την επίδραση ή καλύτερα την προέκταση του βυζαντινού μέλους. Όχι μόνο εξετάζοντας τις κλίμακες που από το ένστιχτο των λαϊκών μουσικών διατηρούνται αναλλοίωτες, μ’ ακόμη, παρατηρώντας τις πτώσεις, τα διαστήματα και τον τρόπο εκτέλεσης. Όλα φανερώνουν την πηγή, πού δεν είναι άλλη απ΄ την αυστηρή κι απέριττη εκκλησιαστική υμνωδία. Όχι πως το δημοτικό τραγούδι δεν έχει κι αυτό στοιχεία διοχετευμένα στο ρεμπέτικο. Μα πολύ λιγότερα. H παρουσία του είναι έντονη, ιδιαίτερα στο ελαφρότερο είδος που περισσότερο το χαρακτηρίζει μιά χάρη και μιά νnσιώτικη ελαφράδα. Παράδειγμα φέρνω, αν θυμάστε, κάπως παλιότερα το «Πάρτη βάρκα στο λιμάνι - κάτω στο Πασαλιμάνι» καθώς και το γνωστότατο «Ανδρέα Zέππo». Και τα δυό έχουν πολύ έντονα πάνω τους τη σφραγίδα του δημοτικού μας τραγουδιού. Μα για να εξηγήσουμε τη βασική αυτή προέκταση του βυζαντινoύ μέλους στο ρεμπέτικο, αρκεί να δούμε πόσο κοινή ατμόσφαιρα δημιουργούσε η παρακμή του Βυζαντίου με τη δικιά μας σήμερα.
Ατμόσφαιρα το ίδιο καταπιεστική, το ίδιο ασαφής, άσχετα αν στα χρόνια εκείνα προερχόταν από ένα λαθεμένο ξόδεμα θρησκευτικού συναισθήματος. Έτσι τα εκφραστικά στοιχεία του έτoιμόρoπoυ Βυζαντίου με την άμεση παθητικότητά τους βρίσκουν οικεία ατμόσφαιρα μες στο ρεμπέτικο -το σύγχρονο λαϊκό μέλος- για ν’ αναπτυχθούν και να συνθέσουν τη σημερινή εκφραστική μορφή μιας το ίδιο έντονης παθnτικότητας.
Το δημοτικό τραγούδι και τα υγιή του εκφραστικά στοιχεία έχουν τη θέση μόνον μιας πιο άμεσης κληρονομιάς. Για τα 80% της ρεμπέτικης μουσικής, τίποτες παραπάνω.
Εξετάζοντας τώρα το ύφος του τραγουδιού βρίσκομε ευθύς εξ΄ αρχής το βασικό εκείνο χαρακτήρα του συγκρατημένoυ, που μόνο επειδή είναι γνήσια ελληνικό, μπορεί και το κρατεί με τόση συνέπεια. Και στη μελωδία και στα λόγια και στο χορό, δεν υπάρχει κανένα ξέσπασμα, καμιά σπασμωδικότητα, καμιά νευρικότητα. Δεν υπάρχει πάθος. Υπάρχει ή ζωή με την πιο πλατειά έννοια. Όλα δίνονται λιτά, απέριττα με μιά εσωτερική δύναμη που πολλές φορές συγκλονίζει. Μήπως αυτό δεν είναι το κύριο και μεγάλο στοιχείο που χαρακτηρίζει την ελληνική φυλή; Και ακόμα ολάκερο το λαμπρό μεγαλείο της αρχαίας τραγωδίας και όλων των αρχαίων μνημείων, δεν βασίζεται πάνω στην καθαρότητα, στη λιτή γραμμή και προπαντός στο απέραντο αυτό sostenuto που, προϋποθέτει δύναμη, συνείδηση και πραγματικό περιεχόμενo; Ποιά από τις καλές τέχνες στον τόπο μας σήμερα μπορεί να περηφανευτεί ότι κράτησε τη βασική αυτή ελληνικότητα -τη μοναδική άξια κληρoνoμιά που έχουμε πραγματικά στα χέρια μας- για τη σύνθεσή της. Ποιά μουσική μας μπορεί να ισχυριστεί σήμερα ότι βρίσκεται πέρα απ΄ το βυζαντινό μέλος, πέρα απ΄ το δnμοτικό τραγούδι και στη χειρότερη περίπτωσn πέρ’ απ΄τις σπασμένες αρχαίες κολώνες του Παρθενώνος και του Ερεχθείου, ότι βρίσκεται εκεί που όλα αυτά βρεθήκανε στην εποχή τους;
Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι γνήσια ελληνικό, μοναδικά ελληνικό.

Eπιτρέψατέ μου τώρα να σάς παρουσιάσω δυό από τους πιο γνήσιους και πιο δημοφιλείς εκπροσώπους της σύγχρονης έλλnνικης λαϊκής μουσικής· τον Μάρκο Bαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου με το συγκρότημά της. (Είσοδος)
Οι λαμπροί αυτοί μουσικοί στο είδος τους προσεφέρθηκαν ευγενώς να παίξουν απόψε πέντε χαρακτηριστικά ρεμπέτικα τραγούδια για να μπορέσουμε έτσι να πάρουμε μια συγκεκριμένη ιδέα όλων αυτών που είπαμε πιο πάνω. Θ’ αρχίσουν μ’ ένα τραγούδι που έχει συνθέσει ο Μάρκος Bαμβακάρης πάνω στο ρυθμό του χασάπικου και με τον τίτλο «Φραγκοσυριανή κυρά μου» (τραγούδι).
Το δεύτερο τραγούδι που θα ακούσετε είναι πάλι σύνθεση του Μάρκου Βαμβακάρn σε ρυθμό ζεϊμπέκικου «Εγώ είμαι το θύμα σου» (τραγούδι).
Το τρίτο είναι σύνθεση της Σωτηρίας Μπέλλου (ζεϊμπέκικo) «Σταμάτησε μανούλα μου να δέρνεσαι για μένα». Από τα πιο χαρακτηριστικά στο είδος του. (τραγούδι)
Το τέταρτο, σύνθεση Tσιτσάνη, σε ρυθμό χασάπικου «Πάμε τσάρκα στο Μπαξέ τσιφλίκι».
Με την ευκαιρία τώρα που θ΄ ακούσουμε το γνωστότατο «Άνοιξε - άνοιξε» του Παπαϊωάννου θα ΄θελα να ΄λεγα λίγα λόγια για τη σημασία του και το σταθμό που φέρνει στη ρεμπέτικη φιλολογία του τραγουδιού, ζητώντας βέβαια πρώτα συγγνώμη απ΄ τους αγαπητούς μουσικούς για τη μικρή αυτή παρεμβολή.
Λίγο πριν απ΄ τον πόλεμο του ’40 ο Tσιτσάνης τραγούδησε για πρώτη φορά το «Αρχόντισσα μου μάγισσα τρανή- κουράστηκα για να σε αποκτήσω». Ήταν ένας μεγαλοφυής σχεδιασμός -μπορώ να πω- πάνω στο ερωτικό θέμα, που η δύναμή του και η αλήθεια του μας φέρνει κοντά στον «Ερωτόκριτο» του Κορνάρου και μετά από εκατοντάδες χρόνια κοντά στο «Ματωμέvο Γάμο» του Λόρκα. Η μελωδική του γραμμή αφάνταστη σε περιεκτικότητα και σε λιτότητα πλησιάζει τον Μπαχ. Αυτό το τραγούδι ορθώθηκε για να αντιμετωπίσει μια τυραννισμένη και δύσκολη εποχή και στάθηκε η πρώτη δυνατή φωνή μιας γενιάς.
Πριν δυό χρόνια ο ίδιος ο Τσιτσάνης τραγούδησε για πρώτη φορά πάλι αυτούς τους στίχους «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι - το σκοτάδι είναι βαθύ - κι όμως ένα παλικάρι δεν μπορεί να κοιμηθεί», ο ερωτισμός προχωράει και θίγει ακέραια το ανικανοποίητο, δίδοντας μια τόσο λεπτή μα τόσο έντονη αίσθηση μιας βαριάς ατμόσφαιρας, λες και προμηνούσε ένα άγχος, μια καταιγίδα. Φέτος -ο Παπαϊωάννου αυτή τη φορά- μας δίνει ολάκερο αυτό το άγχος με μια δυνατή κραυγή πια- η μοναδική μες στα ρεμπέτικα, και γι΄ αυτό τόσο αληθινή με το «Άνοιξε – άνοιξε». Δεν ξέρω, αλλά σ΄ αυτά τα τρία τραγούδια υπάρχει ένας συνδετικός κρίκος που δίνει ξεκάθαρα και μοναδικά το τραγικό στην ερωτική μας περιοχή. «Άνοιξε» (τραγούδι).

Θα μπορούσα ακόμα να μιλήσω για τις ταβέρνες και το κέντρον διασκεδάσεως «ο Μάριος» καθώς και για τον «Παναγάκη» κοντά στον Αϊ-Παντελεήμονα όπου κάθε βράδυ ο Bαμβακάρης και η Μπέλλου λειτουργούν πάνω στην τέχνη τους. Θα μπορούσα να μιλήσω και για βροχερές νύχτες όπου με λάμπες του πετρόλαδου φωτίζονταν οι σκιές ενός πλήθους που όλοι μαζί τραγουδούσαν ήρεμα, λες και πιστεύανε στην αιωνιότητα. Ακόμη θα μιλoύσα για το χορό του κομπολογιού όπου ένα παλικάρι μ΄ ένα γαρύφαλo στο στόμα γίνεται ένα μικρό κουβάρι γύρω απ΄ το κεχριμπαρένιο λαμπρό κομπολόι - θα μπορούσα να ΄λεγα τόσα πολλά που να μην έφταναν ώρες ολάκερες να μιλάω λες κι είμαι μoναχός μου.
Μα όλα αυτά είναι μια γοητεία.
Ακούσατε με τι ψυχρότητα και αυστηρότητα ειπώθηκαν αυτά τα πέντε τραγούδια. Ο ρυθμός δεν ξέφυγε ούτε πιθαμή για να τονίσει κάτι πιο έντονα, οι φωνές ίσιες, μονοκόμματες λες και τα λόγια δεν είχαν συγκίνηση. Έτσι είναι. Τίποτες που να σε προκαλέσει να τα προσέξεις, να τα ξεχωρίσεις. Πρέπει να ξελαφρώσεις μέσα σου για να δεχτείς τη δύναμή τους. Αλλιώς τα χάνεις γιατί αυτά δεν σε περιμένουν.
Έτσι κι εμείς.

Κάποτες θα κοπάσει η φασαρία γύρω τους κι αυτά θα συνεχίσουν ανενόχλητα το δρόμο τους. Ποιος ξέρει τι καινούργια ζωή μας επιφυλάσσουν τα «νωχελικά 9/8» για το μέλλον. Όμως εμείς θα ’χουμε πια για καλά νοιώσει στο μεταξύ τη δύναμή τους. Και θα τα βλέπουμε πολύ φυσικά και σωστά να υψώνουν τη φωνή τους στον άμεσο περίγυρό μας και να ζουν πότε για να μας ερμηνεύουν και πότε για να μας συνειδητοποιούν το βαθύτερο εαυτό μας.


Εκτός της εμβρίθειας του ομιλητού θαυμάζει κανείς γλωσσικό ύφος και το καλλιτεχνικό ήθος του μεγάλου μας μουσικοσυνθέτου και μάλιστα σε δύσκολους καιρούς(οκτώ μήνες πριν την επίσημη λήξη του εμφυλίου -συμμοριτοπολέμου όπως τον έλεγαν τότε.



Τετάρτη 16 Μαΐου 2007

Το ρεμπέτικο στο διαδίκτυο


Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για τυχόν σχέσεις του ρεμπέτικου τραγουδιού και λοιμωδών νοσημάτων, γνωστού όντος της σχέσεως περιθωρίου(που εκφράζεται μέσα από το ρεμπέτικο) και λοιμώξεων ανακάλυψα ένα ιστότοπο θησαυρό, πρόκειται το http://www.rebetiko.gr όπου βρήκα ένα θαυμάσιο άρθρο ανάλυση του Φοίβου Ανωγειανάκη στην Επιθεώρηση Τέχνης του 1961.Βρήκα ακόμη ένα άρθρο του Τάσου Βουρνά από το ίδιο τεύχος του αναφερθέντος περιοδικού. Η εύρεση τους είναι αρκετά εύκολη αν στην αρχική σελίδα κάνει κλικ στη υποκατηγορία βιβλιογραφία- άρθρα. Δείτε πως η αριστερά είδε το ρεμπέτικο πριν αυτό γίνει must. Εδώ θα βρείτε ακόμη και κριτική σε ομιλία του Μάνου Χατζηδάκι για το λαϊκό τραγούδι το 1949(περιοδικό Ελληνική Δημιουργία).

Δευτέρα 14 Μαΐου 2007

Τέλειωσαν τα πανηγύρια

Με το τελείωμα του πανηγυριού της Eurovision η βλογκόσφαιρα κατακλύστηκε από αναρτήσεις μια πολύ ωραία είδα από τον Σκορπιό την οποία προσυπογράφω. Θα την ήθελα πιο σκληρή, link στη διεύθυνση http://greekscorpio.wordpress.com/

Κυριακή 13 Μαΐου 2007

Ημέρα της Μητέρας


Αν ψάξει κανείς οποιοδήποτε καλαντάρι θα δει ότι η σημερινή μέρα είναι αφιερωμένη στην μητέρα. Ας της την αφιερώσουμε με την εικόνα της Μοσχοβίτικης Παναγιάς

Παρασκευή 11 Μαΐου 2007

Ήταν φιλόσοφος ο Καζαντζάκης


Μετά το σχόλιο του αγαπητού μου συνεργάτη και φίλου Θοδωρή Πέππα στην προηγούμενη ανάρτηση μου γνώρισα τον Κοζανίτη -μετανάστη συγγραφέα Γιώργο Μακρίδη από δημοσίευση του στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.kozani.net/showArticle.php?p_id=77&action=showthis&table=articles στην οποία δημοσιευόταν άρθρο του με τίτλο "ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ Ήταν δειλός ή παλικάρι;" .Έπειτα από την πρώτη γνωριμία έψαξα περισσότερο για τον κ Μακρίδη και βρήκα λήμμα που ετοίμαζε για την Βικιπαιδεία με θάμα την Φιλοσοφία του Καζαντζάκη και μου έδωσε το έναυσμα για το παρόν post.
Ας δούμε λοιπόν τι γράφει

"ΗΤΑΝ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ;

Πολλά έχουν ειπωθεί για το φιλοσοφικό πιστεύω του Νίκου Καζαντζάκη (1883 - 1957). Τα πράγματα, όμως, εδώ μπερδεύονται. Για τον Καζαντζάκη, ο Μάρκος Αυγέρης (1884 - 1973), λέει: "Ο Καζαντζάκης μεταπηδούσε πολύ εύκολα απ' τη μια φιλοσοφία στην άλλη".
Πράγματι, σε πολλά και διάφορα πίστεψε κατά καιρούς ο Καζαντζάκης. Ήταν δαρβινιστής (Τσιαρλς Ρομπερτ Νταργουϊν, 1809 -1888), στα γυμνασιακά του χρόνια. "Ψόματα μας λένε! Τρισέγγονα των πιθήκων είμαστε" ("Αναφορά στον Γκρέκο"). Άρχισε να πιστεύει στον Ανρί Μπερξόν (1859 - 1941, και τον Φρίντριχ Νίτσε (1844 - 1900), όταν έκανε τα μεταπτυχιακά του στη Σορβόννη. Έγινε μασόνος το 1907 (Αυτό μας το λέει ο Παντελής Πρεβελάκης, 1909 - 1986). Άρχισε να δείχνει πως ήταν αντίχριστος απ' το 1911 ("Ο γάμος είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό ψεύδος", είπε στον Στυλιανό Αλεξίου, τον πατέρα της πρώτης του γυναίκας, της Γαλάτειας Καζαντζάκη (1886 - 1962). Και στα 73του έλεγε: "Η δυαδική υπόσταση του Χριστού στάθηκε για μένα βαθύ κι ανεξερεύνητο μυστήριο" ("Αναφορά στον Γκρέκο", σ. 347). Έγινε άθεος όταν έγραψε την "Ασκητική", το 1923 (κάποιος άλλος είναι ο Θεός του Καζαντζάκη). Στη συνέχεια έγινε υλιστής και σοσιαλιστής, σχεδόν σ' όλη τη δεκαετία του ΄20. Γράφοντας στη Γαλάτεια λέει για τον σοσιαλισμό: "Ο νέος προλετάριος Θεός θα συντρίψει όλα τα φρικώδη και άτιμα πολιτικά, οικονομικά και πνευματικά είδωλα". Στην "Οδύσσειά" του τον βλέπουμε μηδενιστή. Ο Οδυσσέας του Όμηρου, έχει κάποιον προορισμό - να επιστρέψει στην πατρίδα του - ενώ ο νέος Οδυσσέας περιπλανιέται απ' εδώ κι απέκει, εντελώς άσκοπα. Έγινε φασίστας στη δεκαετία του ΄30. Παίνεψε τον Αδόλφο Χίτλερ (1889 - 1945), τον Μπενίτο Μουσολίνι (1883 - 1945), τον Φραντζίσκο Φράγκο (1892 - 1975) και τον Ιωάννη Μεταξά (1871 - 1941). Έλεγε εκείνα τα χρόνια για τους φασίστες τύραννους: "Αυτά τα στιβαρά χέρια θα σώσουν την Ευρώπη". Στη συνέχεια ο Καζαντζάκης γίνεται πάλι σοσιαλιστής, και στις 30 του Μάη του 1945 αναλαμβάνει την προεδρία μιας σοσιαλιστικής κίνησης. Δεν ήταν πολιτικός. Το έβαλαν οι πολιτικοί σ' αυτήν τη θέση, επειδή είχε πέραση το όνομά του. Κι έπεσε στο μυστικισμό, στη συνέχεια, για το υπόλοιπο της ζωής του.
Κανένας, όμως, δε δικαιούται να πει τον Καζαντζάκη σαλτιμπάγκο, ή παλάντζα. Ο Καζαντζάκης υπηρετούσε πιστά και παθιασμένα την κάθε φιλοσοφία με την οποία ερχόταν σ' επαφή. Και ήταν τόση η πίστη του στις νέες ιδέες, που συναντούσε στο δρόμο του, που ερχόταν κι αρρώσταινε.
Τίποτε απ' όλα αυτά που αναφέρω παραπάνω - δαρβινιστής, νιτσεϊστής κτλ - δεν ήταν ο Καζαντζάκης, αλλά ήταν ένα ατίθασο κι ανήσυχο πνεύμα, που δεν έμπαινε εύκολα σε καλούπια. Είχε πάνω του όλα τα γνωρίσματα των κορυφαίών λογοτεχνών, που καλώς ή κακώς, πιστεύουν πως μπορούν, με τα γραψίματά τους, απ' τη μια μέρα στην άλλη, να σώσουν την ανθρωπότητα, ιδρύοντας ακόμα και δικές τους θρησκείες. Αυτό δεν ήθελαν να κάνουν και ο Λέον Τολστόι (1828 - 1910), μα κι ο Μαξίμ Γκόρκι (1868 - 1936);
Ναι, ο Καζαντζάκης ήταν αντιφατικός στη ζωή του και είναι αντιφατικός και στο έργο του. Αυτές οι αντιφάσεις, όμως, είναι η γοητεία του. Σε κάθε του έργο, δηλαδή, παρουσιάζεται διαφορετικός και δεν μπορεί εύκολα να τον κατατάξει κανείς σε μια φιλοσοφία.
Θα μπορούσε να πει κανείς, πως ο Καζαντζάκης ήταν μέγας και τρανός καζαντζακικός! Δηλαδή, οπαδός του εαυτού του...
Στη Γαλάτεια έγραφε, με διαφορά τριών χρονών: "Το μέλλον ανήκει στην εργατική τάξη". Και μετά: "Δε δέχομαι καμιά ισότητα. Ο άρχοντας να μείνει άρχοντας κι ο δούλος δούλος".
Γι' αυτό και η Έλλη Αλεξίου (1895 - 1988), η μικρή αδελφή της Γαλάτειας, μας λέει στη βιογραφία που έγραψε για τον Καζαντζάκη, "Για να γίνει μεγάλος": "Ο Νίκος Καζαντζάκης με το περήφανο ταμπεραμέντο που είχε, δε θα μπορούσε να γίνει οπαδός κανενός, ούτε του Βούδα, ούτε του Χριστού, ούτε του Νίτσε μα ούτε και του Μαρξ".
Κι ο Νικηφόρος Βρεττάκος (1912 - 1991), μας λέει, στο βιβλίο του,"Νίκος Καζαντζάκης, η αγωνία και το έργο του": "Ο Καζαντζάκης δεν ήταν ούτε Νιτσεϊστής, ούτε Χριστιανός, ούτε Κομμουνιστής, ούτε Βουδιστής. Απόμεινε ένας καλής προαίρεσης κι αναμφισβήτητης καθαρότητας ανθρωπιστής .. Ο Καζαντζάκης υπήρξε ένα από τα ειλικρινέστερα παιδιά του αιώνα του".
Επίσης, μερικοί κριτικοί και ιστορικοί της λογοτεχνίας θέλουν τον Καζαντζάκη φιλόσοφο. Όχι, δεν ήταν φιλόσοφος. Όλοι οι άνθρωποι φιλοσοφούν, όταν καταπιάνονται με σπουδαία θέματα της ζωής, προσπαθώντας να βρουν μια άκρη. Πολύ περισσότερο ο Καζαντζάκης, που με μερικά γραψίματά του, αν δεν την έφτασε την αλήθεια, τουλάχιστο την πλησίασε. Ας δούμε τι λένε, γύρω απ' αυτό το θέμα μερικοί γνωστοί κριτικοί και βιογράφοι του.
1. Η Κ. Λεονταρίτου, που έγραψε πολλά για τον Καζαντζάκη μας λέει:
"Ο Καζαντζάκης δεν ήταν ούτε ιστορικός, ούτε κοινωνιολόγος, ούτε και φιλόσοφος. Ήταν ένας μεγάλος ποιητής που πρόσφερε πολλά στον άνθρωπο".
2. Η Ελένη Οικονομίδου, που κι αυτή μελέτησε τον Καζαντζάκη, μας λέει: "Ο Καζαντζάκης δεν ήταν φιλόσοφος. Οι ιδέες του δεν είναι συστηματοποιημένες. Ήταν ένας μεγάλος προβληματιζόμενος ποιητής".
3. Ο Νικηφόρος Βρεττάκος, που ανάλυσε και παρουσίασε ολάκερο το έργο του Καζαντζάκη, μ' ένα βιβλίο του που έχει τον τίτλο: "Νίκος Καζαντζάκης η αγωνία και το έργο του", μας λέει για την "Ασκητική", που είναι το κατ' εξοχήν φιλοσοφικό κείμενο του Καζαντζάκη: "Η "Ασκητική" του Νίκου Καζαντζάκη δεν είναι ούτε λογοτεχνικό, μα ούτε και φιλοσοφικό κείμενο, αλλά μάλλον λυρικό, και θα έπρεπε να έχει τον τίτλο, "Το λυρικό μου πιστεύω". Μα κι ο Καζαντζάκης, χαριτολογώντας έλεγε για την "Ασκητική" του: "Αυτό είναι το λυρικό μου πιστεύω".
(Ο Βρεττάκος είναι ο καλύτερος μελετητής του Καζαντζάκη κι όχι ο Πρεβελάκης, όπως λέγεται).
4. Ο Μάρκος Αυγέρης, που έγραψε πολλά για τον Καζαντζάκη και μάλιστα τα δημοσίευσε πριν απ' το θάνατό του, μας λέει: "Όλες οι φιλοσοφίες που παραθέτει στην "Ασκητική" του μα και στ' άλλα του βιβλία ο Καζαντζάκης, δεν είναι δικές του. Τις πήρε απ' τους Γερμανούς φιλόσοφους. Όλα, βέβαια, μας τα λέει με δικά του λόγια. Πάντως, ο ίδιος κοιλοπονάει τις ξένες φιλοσοφίες. Ο πυρετός είναι δικός του".
5. Ο Παντελής Πρεβελάκης, που μελέτησε σε βάθος το έργο του Καζαντζάκη, δίνοντας μια διάλεξη στο Ηράκλειο της Κρήτης, το 1977, για τα εικοσάχρονα απ' το θάνατο του δάσκαλου και φίλου του, λέει μεταξύ των άλλων: "Ο Καζαντζάκης δεν ήταν εφευρέτης των ιδεών του. Τις δανείστηκε από μεγάλους δάσκαλους της εποχής του, ή από μυσταγωγούς άλλων εποχών".
(Γραψίματα της Λεονταρίτου και της Οικονομίδου δεν έπεσαν στα χέρια μου, μα ούτε και στη διάλεξη του Πρεβελάκη παραβρέθηκα. Αυτά τα βρήκα στα βιβλία της Έλλης Αλεξίου και του Νικηφόρου Βρεττάκου).
Επίσης, σημειώνω πως ακόμα κι αυτά που άφησε παραγγελιά, να γράψουν στο μνήμα του, ο Καζαντζάκης - "Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος" - τα έλεγε, απ' το 2ο π.Χ αιώνα ο Κύπριος φιλόσοφος, ο Δημώναξ: "Μόνον ευδαίμονα εκείνον νομίζω τον μήτε ελπίζοντα τον μήτε δεδιότα" (Ευτυχισμένο θεωρώ μόνον εκείνο που δεν ελπίζει ούτε φοβάται τίποτα".
Εξάλλου πάλι ο Μάρκος Αυγέρης σημειώνει πως το "Πολέμα απελπισμένος. Αγωνίσου και μην περιμένεις τίποτε", του Καζαντζάκη, το έλεγε πριν απ' αυτόν και ο Ισπανός ποιητής Μιγκουέλ Ντε Ουναμούνο (1864 - 1936). Μα κι ο Βουδισμός που τον ήξερε καλά ο Καζαντζάκης πάνω σ' αυτά στηρίζεται.
Πάντως, είτε έτσι είτε αλλιώς, ο Καζαντζάκης πάντοτε θα διαβάζεται και θα μεταφράζεται. Με την παγκόσμια κακοδαιμονία που μας δέρνει, αν δεν είναι επίκαιρο το ένα του βιβλίο θα είναι τ' άλλο. Το έργο του θα προχωράει στους αιώνες, άλλοτε δασκαλέύοντας, άλλοτε εμψυχώνοντας τους λιπόψυχους κι άλλοτε... κατακεραυνώνοντας τους κακόψυχους.
Αυτοί που τα βάζουν μαζί του είναι αξιοθρήνητοι... Τα βόλια τους δεν έχουν μεγάλη εμβέλεια - πυροτεχνήματα είναι - και δεν μπορούν πια να τον αγγίξουν. Μήπως, όμως, καταπιάνονται με το μεγάλο Καζαντζάκη, για ν' ακουστεί το δικό τους μικρό όνομα; Οι καιροί είναι ύποπτοι... κι όλα παίζονται."


Η γνώμη μου παρατίθεται παρακάτω:


Σαφώς ο Καζαντζάκης δεν ήταν φιλόσοφος, αν δεχτούμε ότι η φιλοσοφία είναι η ενδελεχής και συστηματική μελέτη του του "είναι" και "γίγνεσθαι" . Διότι ούτε σύστημα υπάρχει, ούτε ενδελέχεια στην μελέτη του από που ερχόμαστε και που πάμε. Το διαρκές αγκάλιασμα διαφόρων φιλοσοφικών συστημάτων δείχνει ανασφάλεια και αδυναμία του συγγραφέα να δημιουργήσει το δικό του σύστημα ανάλυσης των πραγμάτων, που είναι η βασική δουλειά του φιλοσόφου. Αυτή του η ανασφάλεια ήταν πολλαπλά ωφέλιμη για τους αναγνώστες του γιατί τους οδήγησε σε διαρκή προβληματισμό και ήταν από την άλλη πλευρά κίνητρο γραφής για τον ίδιο. Σαφώς ήταν λογοτέχνης -συγγραφέας γιατί τα γραφτά του δημιουργούν στον αναγνώστη αίσθηση εσωτερικής πληρότητας που είναι χαρακτηριστικό της αληθούς λογοτεχνίας

Η Μπαλάντα του κυρ Μέντιου


Παρότι οι σχέσεις με την ιδεολογία της αριστεράς είναι πολύ κακές και ιδιαίτερα με την στρατευμένη ποίηση και το κίνημα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, δεν μπορώ να κρύψω το ενθουσιασμό μου που ο καλός φίλος Θ Πέππας ανάρτησε μετά από παράκληση μου την όμορφη Μπαλάντα του κυρ Μέντιου του Κ.Βάρναλη.

Σάββατο 5 Μαΐου 2007

Αντιθέσεις



Σήμερα ο κ Ν. Δήμου ανήρτησε στο ιστολόγιο του (doncat.blogspot.com) την ιστορία του εστιατορίου της Πόλης Panteli's. Το κείμενο κοσμούσαν πολύ ωραίες φωτογραφίες . Δυο από αυτές δημοσιεύω εδώ, γιατί νομίζω ότι δείχνουν τις αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν την κοινωνία της γείτονος, όπως εγώ την αισθάνθηκα προ 3ετίας. Ελπίζω να μου συγχωρήσει ο ιδιοκτήτης τους την λογοκλοπή

Παρασκευή 4 Μαΐου 2007

Το βήμα των ιδεών

Το συγκρότημα Λαμπράκη συνεπές με την ιστορία του κυκλοφόρησε σήμερα μαζί με το "Βήμα" και το ένθετο "Βήμα των ιδεών" Πρόκειται για έκδοση προβληματισμού, ιδέων και επιστήμης.Το ένθετο θα είναι μηνιαία έκδοση και θα κυκλοφορεί την 1η Παρασκευή κάθε μηνός. Στην συντακτική ομάδα μετέχουν 150 διακεκριμένοι Έλληνες διανοούμενοι,συγγραφείς και επιστήμονες υπό την προεδρία του καθηγητού και τέως υπουργού κ Τ. Γιαννίτση ¨η σημερινή έκδοση περιέχει αφιέρωμα στη πόλη. Επειδή ο χρόνος από της κυκλοφορίας είναι μικρός για να μπορέσει κανείς να προβεί σε κριτική της έκδοσης δεν θα αποτολμήσω κάτι τέτοιο. Θα ήθελα όμως να σας κάνω κοινωνούς των σκέψεων μου μόλις πήρα στα χέρια μου το τεύχος. Μου θύμισε άλλη προσπάθεια του ΔΟΛ για έκδοση προβληματισμού και τέχνης. Μιλώ για το περιοδικό "εποχές" που κυκλοφορούσε προδικτατορικά υπό την διεύθυνση του Άγγελου Τερζάκη και ήταν κατά κάποιο τρόπο ο αντίπαλος αν επιτρέπεται η έκφραση της αριστερής "επιθεώρησης τέχνης" και η μόνη σοβαρή έκδοση περιοδικού ιδεών του μη επηρρεαζομένου από το ΚΚΕ χώρου.Δεν μπορώ να πω αν ήταν καλύτερες οι εποχές από άποψη περιεχομένου, έχουν περάσει άλλωστε και 40 χρόνια από την κυκλοφορία του τελευταίου τεύχους, σίγουρα όμως ήταν καλύτερες από απόψεως Layout,εκτυπώσεως, και ποιότητας χαρτιού.Θα έλεγε κανείς ότι τεχνικά ήταν ό,τι καλύτερο κυκλοφορούσε τότε. Σταμάτησαν δε λόγω επαράτου πρέπει όμως να τονιστεί ότι ποτέ δεν είχαν μεγάλη κυκλοφορία και η έκδοση πρέπει να ήταν ιδιαίτερα ζημιογόνος. Το βήμα των ιδέων μπορεί να το βρεί κανείς και στο διαδίκτυο στη θέση http://www.vimaideon.gr/

Πέμπτη 3 Μαΐου 2007

Άρχισε το 33ο Πανελλήνιο Ιατρικό Συνέδριο



Φωτογραφία του κ Παπανικολάου (Ξυλόκαστρο 2005)

Χθές το απόγευμα άρχισε και επίσημα το 330 Ετήσιο Πανελλήνιο Ιατρικό Συνέδριο. Ο θεσμός δημιουργήθηκε από το αείμνηστο Σωτήρη Παπασταμάτη και σκοπός του είναι να φέρει σε επαφή γιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων(γνωστικών αντικειμένων) με επακόλουθο την διαδραστική ανταλλαγή απόψεων και απώτερο στόχο την αλληλοκατανόηση των εργατών Υγείας (health workers). Στις τελετές έναρξης και λήξης δίδονται διαλέξεις διαπρεπών επιστημόνων που έχουν στόχο να προβληματίσουν τους επιστήμονες υγείας στις εξελίξεις που πραγματοποιούνται και τις επιπτώσεις που δυνατόν να έχουν στη ζωή γενικότερα ή να προδικάσουν την μελλοντική πρόοδο με βάση την προηγούμενη πραγραματικότητα. Ο χθεσινός επίσημος ομιλήτής ήταν καθηγητής Νευροεπιστημών στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον κ. Ανδρέας Παπανικολάου.Το θέμα του ήταν "εγκέφαλος και συνείδηση". Ο κ Παπανικολάου μακρυά από κάθε φανατισμό και ιδεοληψία προσπάθησε με βοήθεια της νευροαπεικόνησης να δείξει το τι συμβαίνει στον εγκέφαλο στις διάφορες στιγμές του "συνειδέναι". Λεπτομέρειες για το θέμα και για το πάντρεμα νευροεπιστημών και φιλοσοφίας στην διεύθυνση http://www.uth.tmc.edu/clinicalneuro/symposium

Τρίτη 1 Μαΐου 2007

Επάνοδος του DONCAT

Χθές ο εξαίρετος κ Ν.Δήμου επαναενεργοποίησε το ιστολόγιο του. Η ηλεκτρονική διεύθυνση παραμένει η ίδια http://doncat.blogspot.com/. Εύχομαι να συνεχίζει με την ίδια δύναμη.