Πέμπτη 28 Αυγούστου 2008
Σ’ έναν νέο που αυτοκτόνησε
Η Μαρία Πολυδούρη είναι περισσότερο γνωστή για τον άτυχο έρωτα της με τον ποιητή Κ Καρυωτάτη και λιγότερο για το έργο της. Εδώ θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μερικές πληροφορίες για την ζωή και το έργο της όπως αυτές δημοσιεύτηκαν στην Βικιπαιδεία και θα παρουσιάσουμε το ποίημα της "Σ’ έναν νέο που αυτοκτόνησε" πού είναι ο θρήνος της για τον χαμένο ποιητή.
Γεννήθηκε την 1η Απριλίου 1902 και ήταν κόρη του φιλόλογου Ευγένιου Πολυδούρη και της Κυριακής Μαρκάτου, μιας γυναίκας με πρώιμες φεμινιστικές αντιλήψεις. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές στην Καλαμάτα ενώ είχε φοιτήσει σε σχολεία του Γυθείου και των Φιλιατρών.
Στα γράμματα εμφανίζεται σε ηλικία 14 ετών με το πεζοτράγουδο "Ο πόνος της μάνας". Αναφέρεται στο θάνατο ενός ναυτικού που ξέβρασαν τα κύματα στις ακτές των Φιλιατρών και είναι επηρεασμένο από τα μοιρολόγια που άκουγε στη Μάνη. Στα 16 της διορίζεται στη Νομαρχία Μεσσηνίας και παράλληλα εκφράζει ζωηρό ενδιαφέρον για το γυναικείο ζήτημα. Το 1920, σε διάστημα σαράντα ημερών, έχασε και τους δύο γονείς της.
Το 1921 μετατίθεται στη Νομαρχία Αθηνών και παράλληλα εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην υπηρεσία της εργάζεται και ο ομότεχνός της Κώστας Καρυωτάκης. Γνωρίζονται και μεταξύ τους θα αναπτυχθεί ένας σφοδρός έρωτας που μπορεί να κράτησε λίγο, αλλά επηρέασε καθοριστικά τη ζωή και το έργο της.
Συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1922. Η Μαρία ήταν τότε 20 ετών ενώ ο Καρυωτάκης 26. Εκείνη είχε δημοσιεύσει κάποια πρωτόλεια ποιήματα ενώ εκείνος είχε εκδόσει δύο ποιητικές συλλογές, τον "Πόνο των ανθρώπων και των πραμάτων" (1919) και τα "Νηπενθή" (1921) και είχε ήδη κερδίσει την εκτίμηση κάποιων κριτικών και ομότεχνών του.
Το καλοκαίρι του 1922 ο Καρυωτάκης ανακαλύπτει ότι πάσχει από σύφιλη, μία νόσο που τότε ήταν ανίατη και αποτελούσε κοινωνικό στίγμα. Ενημερώνει αμέσως την αγαπημένη του Μαρία και της ζητά να χωρίσουν. Εκείνη του προτείνει να παντρευτούν χωρίς να κάνουν παιδιά, όμως εκείνος είναι πολύ περήφανος για να δεχτεί τη θυσία της. Η Μαρία αμφιβάλλει για την ειλικρίνειά του και θεωρεί ότι η ασθένειά του είναι πρόσχημα του εραστή της για να την εγκαταλείψει.
Το 1924 μπαίνει στη ζωή της ο δικηγόρος Αριστοτέλης Γεωργίου, που μόλις είχε επιστρέψει από το Παρίσι. Ήταν νέος, ωραίος και πλούσιος και η Πολυδούρη τον αρραβωνιάζεται στις αρχές του 1925. Η Μαρία όμως αγαπάει πάντα τον Καρυωτάκη.
Παρά την αφοσίωση του αρραβωνιαστικού της, η Πολυδούρη δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί σοβαρά σε καμία δραστηριότητα. Χάνει τη δουλειά της στο δημόσιο μετά από αλλεπάλληλες απουσίες και εγκαταλείπει τη Νομική. Φοιτά στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και μάλιστα προλαβαίνει να εμφανιστεί ως ηθοποιός σε μία παράσταση.
Το καλοκαίρι του 1926 διαλύει τον αρραβώνα της και φεύγει για το Παρίσι. Σπουδάζει ραπτική αλλά δεν προλαβαίνει να εργαστεί γιατί προσβάλλεται από φυματίωση. Επιστρέφει στην Αθήνα και συνεχίζει τη νοσηλεία της στη "Σωτηρία" όπου μαθαίνει για την αυτοκτονία του πρώην εραστή της Κώστα Καρυωτάκη. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί την πρώτη της ποιητική συλλογή "Οι τρίλλιες που σβήνουν" και το 1929 τη δεύτερη, "Ηχώ στο χάος". Η Πολυδούρη άφησε δύο πεζά έργα, το Ημερολόγιό της και μία ατιτλοφόρητη νουβέλα με την οποία σαρκάζει ανελέητα το συντηρητισμό και την υποκρισία της εποχής της. Η φυματίωση όμως τελικά την καταβάλλει και, τα ξημερώματα της 29ης Απριλίου 1930 αφήνει την τελευταία της πνοή στην Κλινική Χριστομάνου.
Το έργο της
Η Μαρία Πολυδούρη ανήκει στη γενιά του 1920, που καλλιέργησε το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής. Ο έρωτας και ο θάνατος είναι ο δύο άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η ποίησή της. Είναι μεστή από πηγαίο λυρισμό που ξεσπά σε βαθιά θλίψη και κάποτε σε σπαραγμό, με εμφανείς επιδράσεις από τον έρωτα της ζωής της Κώστα Καρυωτάκη αλλά και τα μανιάτικα μοιρολόγια. Οι συναισθηματικές και συγκινησιακές εξάρσεις της Πολυδούρη καλύπτουν συχνά κάποιες τεχνικές αδυναμίες και στιχουργικές ευκολίες του έργου της. Ο Κ. Σεργιόπουλος έχει πει για την Πολυδούρη: "Η Μαρία Πολυδούρη έγραφε τα ποιήματά της όπως και το ατομικό της ημερολόγιο. Η μεταστοιχείωση γινόταν αυτόματα και πηγαία {...}, γι'αυτήν η έκφραση εσήμαινε κατ' ευθείαν μεταγραφή των γεγονότων του εσωτερικού της κόσμου στην ποιητική γλώσσα με όλες τις γενικεύσεις και τις υπερβολές, που της υπαγόρευε η ρομαντική της φύση...".
Τα Άπαντα της Μαρίας Πολυδούρη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις "Αστάρτη", σε επιμέλεια Τάκη Μενδράκου. Ο συγγραφέας και ποιητής Κωστής Γκιμοσούλης έχει γράψει μία μυθιστορηματική βιογραφία της με τον τίτλο "Βρέχει Φως". Ποιήματά της έχουν μελοποιήσει Έλληνες συνθέτες, κλασσικοί έντεχνοι και ροκ. Ανάμεσά τους οι Μενέλαος Παλλάντιος, Κωστής Κριτσωτάκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Γιάννης Σπανός, Νότης Μαυρουδής, Δημήτρης Παπαδημητρίου, Μιχάλης Κουμπιός, Στέλιος Μποτωνάκης και το συγκρότημα "Πληνθέτες".
Σ’ έναν νέο που αυτοκτόνησε
Aυτόν τον κατεδίωκε ένα πνεύμα
στις σκοτεινές εκτάσεις της ζωής του.
Oι ασχολίες του, οι χαρές, σ’ ένα νεύμα
προσχήματα γινόνταν της ορμής του.
Tα βιβλία, η σκέψη, ένα ορμητήριο
λίγες στιγμές. Bίαιος στον έρωτά του.
Ύστερα γέμιζε η όψη του μυστήριο
και τίποτε δεν ταίριαζε κοντά του.
Ένας περίεργος ξένος επλανιόταν
ανάμεσά μας, μ’ όψη αλλοιωμένη.
Tην υποψία μας δε μας την αρνιόταν
πως κάτι φοβερό τον περιμένει.
Ήταν ωραίος παράξενα, σαν κείνους
που ο θάνατος τους έχει ξεχωρίσει.
Δινόταν στους φριχτότερους κινδύνους
σαν κάτι να τον είχε εξασφαλίσει.
Ένα πρωί, σε μια κάρυνη θήκη
τον βρήκαμε νεκρό μ’ ένα σημάδι
στον κρόταφο. Ήταν όλο σα μια νίκη,
σα φως που ρίχνει γύρω του σκοτάδι.
Eίχε μια τέτοια απλότη και γαλήνη,
μια γελαστή μορφή ζωντανεμένη!
Όλος μια ευχαριστία σα νάχε γίνει.
Kι η αιτία του κακού σημαδεμένη.
Μαρία ΠΟλυδούρη
Σύνδεσμοι: Περί γραφής και Μαρία Πολυδούρη (1902-1930) - ἡ εὐαίσθητη ποιητικὴ γραφίδα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου