Τετάρτη 25 Απριλίου 2007

Καρυωτάκης και Δημόσια Υγεία









Ο ποιητής Κ.Καρυωτάκης στην Ιατρική βιβλιογραφία είναι γνωστός για την σύφιλη και για την μελαγχολία που τον κατέτρυχε. Άγνωστο είναι ποια η σχέση του δευτέρου νοσήματος με το πρώτο. Πιθανολογείται όμως βάσιμα αιτιώδης σχέση και συνάφεια. Λίγο πριν αυτοκτονήσει είχε επισκεφθεί το Παρίσι για "απονενοημένες" ιατρικές εξετάσεις.
Εκείνο που δεν είναι ευρύτερα γνωστό είναι η σχέση του με τον διοικητικό μηχανισμό Υγείας. Τον Απρίλιο του1923 διορίζεται έκτακτος υπάλληλος του Υπουργείου Υγιεινής, Πρόνοιας και Αντιλήψεως και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους διορίζεται μόνιμος εισηγητής στην Κεντρική
Υπηρεσία του Υπουργείου Υγιεινής και τον Νοέμβριο αναλαμβάνει Προϊστάμενος του
Β' Γραφείου Εποπτείας Εγκαταστάσεως Προσφύγων. Τον Σεπτέμβριο του1925
τοποθετείται στο Τμήμα Κοινωνικής Υγιεινής ως Γραμματέας του Ιατροσυνεδρίου (= Ανωτάτου Υγειονομικού Συμβουλίου). Mετά από την κατάργηση του υπουργείου Υγιεινής τον Ιανουάριο του 1926 τοποθετείται στην διεύθυνση Υγιεινής του Υπουργείου Εσωτερικών. Και με την επανασύσταση του υπουργείου Υγιεινής, επανέρχεται τον Δεκέμβριο στο Τμήμα Αγαθοεργών Ιδρυμάτων, ενώ 1927 μετακινείται στο Τμήμα Λοιμωδών Νόσων.
Το παρατιθέμενο ποίημα γράφτηκε το 1923 με την ανάληψη καθηκόντων στο υπουργείο Υγιεινής με τίτλο «Τραγούδι παραφροσύνης» και περιλήφθηκε στην συλλογή «Ελεγεία και Σάτιρες»,με τίτλο «Ωχρά σπειροχαίτη». Κατά την γνώμη του γράφοντος με κανένα τρόπο δε μπορεί θεωρηθεί
ως σάτιρα αλλά αποτελεί δυσνόητο εσωτερικό θρήνο για την κατάσταση στην οποία ο ποιητής είχε περιπέσει εξ αιτίας της υγείας του

ΩΧΡΑ ΣΠΕΙΡΟΧΑΙΤΗ


Ήταν ωραία σύνολα τα επιστημονικά

βιβλία, οι αιματόχαρες εικόνες τους, η φίλη

που αμφίβολα κοιτάζοντας εγέλα μυστικά,

ωραίο κι ό,τι μας εδίναν τα φευγαλέα της χείλη...


Το μέτωπό μας έκρουσε τόσο απαλά, με τόση

επιμονή, που ανοίξαμε για να 'μπει σαν κυρία

η Τρέλα στο κεφάλι μας, έπειτα να κλειδώσει.

Τώρα η ζωή μας γίνεται ξένη, παλιά ιστορία.


Το λογικό, τα αισθήματα μάς είναι πολυτέλεια,

βάρος, και τα χαρίζουμε του κάθε συνετού.

Κρατούμε την παρόρμηση, τα παιδικά μας γέλια,

το ένστικτο ν' αφηνόμεθα στα χέρι του Θεού.


Μια κωμωδία η πλάση Του σαν είναι φρικαλέα,

Εκείνος, που έχει πάντοτε την πρόθεση καλή,

ευδόκησε στα μάτια μας να κατεβάσει αυλαία

-- ω, κωμωδία! -- το θάμπωμα, τ' όνειρο, την άχλη.


...Κι ήταν ωραία ως σύνολο η αγορασμένη φίλη,

στο δείλι αυτό του μακρινού πέρα χειμώνος, όταν,

γελώντας αινιγματικά, μας έδινε τα χείλη

κι έβλεπε το ενδεχόμενο, την άβυσσο που ερχόταν





2 σχόλια: